Έρμαιο
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-960-592-078-4
Μανδραγόρας, Αθήνα, 1/2019
296η έκδ. || Νέα || Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση
Γλώσσα: Ελληνική, Νέα
€ 8.48 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
16 x 24 εκ., 48 σελ.
Περιγραφή

[ ]Κάποιο γραμμένο παιχνίδι

εκτυλίσσεται στο άσπρο σπίτι απόψε

και νιώθω μονάχη στο πεζούλι.

 

Τα νύχια μου στο ποτήρι,

αμήχανα ξύνω.

Σαν με πλησιάζει

νιώθω τον κόσμο μου

να χάνεται ανάμεσα

σε δυο γαλάζια μάτια

και στον ζωώδη χτύπο της καρδιάς μου.

 

Τίποτα ξανά δεν θα ’ναι το ίδιο.

                                      (Γραμμένο παιχνίδι)

 

Έρμαιο

 

Τα χάδια σου

είναι μια γάτα που ακροβατεί

πάνω στην σπονδυλική μου στήλη

και τα όνειρά μου,

ποντίκια στα νύχια της.

 

Οι άλλοι άνθρωποι γύρω,

στα μάτια μου πέτρες.                         

 

           

 

 

Τα μήλα στο κλαρί κοκκινίζουν όχι από ντροπή αλλά από ωριμότητα

Μια φρέσκια νεανική ματιά που επικεντρώνεται στον έρωτα είναι η θεματική της πρώτης ποιητικής συλλογής της Μαριάνας Λαλαούνη που μόλις κυκλοφόρησε. Ήδη το μότο του Αραγκόν: «Είναι πιο εύκολο να πεθάνεις/ παρά να αγαπήσεις/ Γι’ αυτό και σε εμένα χαρίζω/ της ζωής την αρρώστια»,που προτάσσεται, δίνει το στίγμα του περιεχομένου της ποίησης να κινείται, με θρησκευτική ευλάβεια, μεταξύ των αλληλένδετων δύο άκρων: Αγαπώ σημαίνει πιστεύω.// Πιστεύω, για να μην φοβάμαι.// Πιστεύω «εις το επανιδείν».// Πιστεύω εις έναν Έρωτα πατέρα, παντοκράτορα.// Αμήν.

«Είσαι χιόνι/ είμαι κάρβουνο» σημειώνει η Λαλαούνη ξεδιψώντας τους φόβους της στη διαδρομή για μια ελπίδα «στο βαγόνι του "αν"». Ζωντανοί στίχοι, εικόνες, συναισθήματα, ένταση και φόβος, αλλά και μια νεανική ματιά που με ετοιμότητα και μέτρο γίνεται ποίηση. Βλ. το ποίημα «Ορφέας και Ευρυδίκη», «"Δεν έπαιξα ποτέ"»: Πανιασμένες κούτες από ιδρώτα βαριάς κληρονομιάς./ Ξηλώνει με τα νύχια από τον κήπο την λεμονιά,/ την παίρνει συντροφιά,/ να στύβει την πίκρα της κάθε πρωινό σε πορσελάνινο φλιτζάνι, ή το ποίημα «Τα μάτια στο χρώμα του καθρέφτη» με τους ώριμους συμπερασματικούς στίχους: «...γιατί η αποδοχή/ είναι η μόνη απάντηση στον θάνατο».

Ενώ φαινομενικά ο Άλλος (με άλφα κεφαλαίο, όπως τον θέλει ο Λακάν) φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο σε όλο το βιβλίο, εκεί όπου πολλά ποιήματα απευθύνονται στο δεύτερο πρόσωπο, εντούτοις στην ουσία της η συλλογή είναι μια προσωπική εξομολόγηση με το «εγώ» να υπάρχει και να θεμελιώνει μια μια τις σκέψης της «σε χρόνο αυθόρμητο και μοναχικό»: Το μαύρο μπαλόνι μπορείς να το σκάσεις με μια καρφίτσα/ μα και πάλι θα έχεις το κουφάρι του μπροστά σου./ Μπορείς να το θάψεις,/ μα και πάλι θα ξέρεις πού να το βρεις. [ ] το αφήνεις ελεύθερο να γλιστρήσει από τα χέρια σου/ προς έναν άγνωστο ουρανό/ εκεί όπου η προσμονή και η αντάμωση/ δεν ενδιαφέρονται να επισκεφτούν κανέναν.

Ένας λόγος μεστός αλλά και συνάμα προσεκτικά μεταφορικός δίνεται με τόλμη και ουσία ξαφνιάζοντας ευχάριστα τον αναγνώστη/συνομιλητή. Βλ. το ποίημα «Στυλιστική συμβουλή» Βρίσκω υπερβολικό να διασχίζεις τους δρόμους της πόλης φορώντας βατραχοπέδιλα./ Η μάσκα που φοράς αρκεί.

«Εν αρχή ην το Χάος» γράφει στο τελευταίο ποίημα της συλλογής η Μαριάνα Λαλαούνη ολοκληρώνοντας τον κύκλο της ποίησης μέσω των δύο άκρων: της αρχής (έρωτας) και του τέλους (θάνατος). Και συνοψίζει: Η αγάπη είναι η αιώνια κατσαρίδα που θα επιβιώσει.

Η Μαριάνα Λαλαούνη γεννήθηκε το 1988 στην Αθήνα. Τελείωσε τις σπουδές της στο σχέδιο μόδας το οποίο και εξασκεί επαγγελματικά. Παράλληλα, είναι αθλήτρια ελεύθερης κατάδυσης. Το Έρμαιο είναι η πρώτη ποιητική της συλλογή.

Γραμμένο παιχνίδι

 

 στον Ίωνα

Σε λόφο προαστείων,

συμπτώσεις με οδήγησαν

και στην καταπράσινη αυλή

με τις εξωτικές χορεύτριες

και τους νωθρούς θαυμαστές τους,

ένα λευκό πουκάμισο

μοιάζει να κατοικείται από άγγελο.

Οι άλλοι άνθρωποι γύρω,

στα μάτια μου πέτρες.

Κάποιο γραμμένο παιχνίδι

εκτυλίσσεται στο άσπρο σπίτι απόψε

και νιώθω μονάχη στο πεζούλι.

Τα νύχια μου στο ποτήρι,

αμήχανα ξύνω.

Σαν με πλησιάζει

νιώθω τον κόσμο μου

να χάνεται ανάμεσα

σε δυο γαλάζια μάτια

και στον ζωώδη χτύπο της καρδιάς μου.

Τίποτα ξανά δεν θα ’ναι το ίδιο.

Ταξίδι

Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα,

ανάμεσα στον ύπνο και σε αυτό που έρχεται

το φεγγάρι ανοίγει το μάτι του.

Τα όνειρά μου με κουβαλούν στις κινούμενες πλάτες τους.

Στα δάση των αμφίδρομων αισθημάτων

κόβουμε ο ένας τον άλλον στη μέση.

Είσαι χιόνι, είμαι κάρβουνο

μα την ουλή να δω ,δεν μπορώ.

Άκου: βρέχει.

Ένα φορτηγό με Camambert κάνει μια τρύπα και

κατεβαίνει στο κέντρο της γης.

Δεν θα δω πόσο φοβάσαι που είσαι μαζί μου.

Όσο η βροχή πέφτει πάνω στη γη,

πηγαίνω για ύπνο με τη σκέψη σε εσένα.


Η πόρτα που κλείνει

 

Ψάχνω χρόνια να βρω το αυτί του Θεού.

Τα αεροπλάνα κάνουν θόρυβο.

Είπα «θέλω να ακούσω το πόμολο της καρδιάς σου σαν ανοίγει».

Είπες «είναι σκοτεινά»

Το σεντόνι είναι ζεστό μα θες να σηκωθείς.

Αν με ρώταγαν γιατί είναι τόσο δυνατά τα μπράτσα αυτά

θα απαντούσα:

«για να κλείνει καλά τις πόρτες από τότε που θυμάται τον εαυτό του».

Είπες «Ταράζομαι όταν ταράζεσαι»

Είπα «μην φύγεις».

Είπες πως είμαι μια ανοιχτή πόρτα στη ζωή σου

κι όμως ακούω την πόρτα πάλι πίσω σου να κλείνει.

Τα κλειδιά,

τα κλειδιά σου

τα πέταξες πριν με γνωρίσεις.

Ψάχνω χρόνια να βρω το αυτί του Θεού.

Δεν φταίνε τ’ αεροπλάνα.

Ίσως να μην ακούει πια με τόσους βρόντους

τόσες καρδιές που κλείνουν καθημερινά.


Add: 2019-01-25 07:28:28 - Upd: 2021-04-01 16:50:10