Αρχές του δικαίου αποδείξεως στην πολιτική δίκη
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-960-445-943-8
1η έκδ.
Γλώσσα: Ελληνική, Νέα
€ 18.00 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
16 x 22 εκ., 199 σελ.
Περιγραφή

Κατά τη διαχείριση των πηγών κινδύνου της σύγχρονης τεχνολογίας αυξάνουν οι πιθανότητες δυσχερειών στον καταλογισμό ευθυνών από άστοχες πράξεις ή παραλείψεις και λόγω των αποδεικτικών δυσχερειών. Έτσι, το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα αποδείξεως κινδυνεύει. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο νομικός, είτε θα προχωρήσει στην ανεύρεση λύσεων περιπτωσιολογικά, ισορροπώντας απλώς αντιτιθέμενα συμφέροντα, είτε θα έχει ως αφετηρία αρχές του δικαίου, όπως έχουν καταγραφεί στο Σύνταγμα ή σε νόμους με αφηρημένης διατυπώσεως διατάξεις.
Τη δεύτερη λύση υιοθέτησε το ελληνικό δίκαιο. Το εφικτό του νομικού προσδιορισμού της αποδεικτέας προτάσεως, η σημασία των αποδεικτικών λόγων, η δέσμευση της δικαστικής κρίσεως από τους κανόνες της νοήσεως, το μέτρο αποδείξεως και η κατά κανόνα περιορισμένη, παρά τις αντίθετες διεθνείς τάσεις, ελευθερία του δικαστή στην επιλογή και εκτίμηση μέσων αποδείξεως, καθώς και η σαφής, παρά τη γενικότητα, νομοθετική διάταξη για την αντιμετώπιση ενός non liquet, αποτελούν θέσεις του νομοθέτη που προκάλεσαν ιδιαίτερη συζήτηση και αμφισβήτηση σε θεωρία και νομολογία. Τον προβληματισμό εντείνουν η έλλειψη γενικού νομοθετημένου ορίου στην επιλογή άτυπων αποδεικτικών μέσων, όπως προκύπτει από τη σύγκριση για παράδειγμα των άρθρ. 270 παρ. 2 και 650 παρ 1 ΚΠολΔ.
Στο διάλογο για τα παραπάνω ζητήματα προσπαθεί να συνεισφέρει η παρούσα εργασία.


[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]

1. Η κρίση περί τα πράγματα ως αντικείμενο αποδείξεως
1.1.Περί της μεθόδου αντιλήψεως του πραγματικού ζητήματος και του νοήματός του
1.2.Η διάκριση της κρίσεως περί το πραγματικό ζήτημα από αυτήν περί την αντίληψη του νοηματικού περιεχομένου του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου με βάση τυπικό λογικό κριτήριο
1.3.Αμφισβήτηση του τυπικού λογικού κριτηρίου διακρίσεως του νομικού από το πραγματικό ζήτημα
1.3.1.Ένα παράδειγμα
1.3.1.1.Η αντιπαραβολή της λογικής μεθόδου γνώσεως του πραγματικού ζητήματος προς αυτήν της αναλύσεως του νοηματικού περιεχομένου των νομικών εννοιών με βάση το παραπάνω παράδειγμα
1.4.Πρακτικές δυσχέρειες στη διάκριση του νομικού από το πραγματικό ζήτημα με βάση το τυπικό λογικό κριτήριο
1.4.1.Παραδείγματα κατά την εφαρμογή κανόνων με ιδιαίτερα αφηρημένο νοηματικό περιεχόμενο
1.4.1.1.Μορφολογική διαστολή της ερμηνείας κανόνων με ιδιαίτερα αφηρημένο νοηματικό περιεχόμενο προς τη λογική μέθοδο γνώσεως του πραγματικού ζητήματος
1.4.2.Παραδείγματα κατά την εκφορά δικανικής κρίσεως 'εν τη εστερημένη πληρότητος περιοχή του δικαίου' και κατά την τελολογική συρρίκνωση του γράμματος του νόμου
1.4.2.1.Μορφολογική διαστολή του νομικού από το πραγματικό ζήτημα κατά την διαπίστωση και την πλήρωση των κενών του νόμου
1.4.2.2.Μορφολογική διαστολή του νομικού από το πραγματικό ζήτημα κατά την τελολογική συρρίκνωση του γράμματος του νόμου
1.5.Η συμβολή της μεθόδου θεμελιώσεως της δικαστικής κρίσεως στη διάκριση του νομικού από το πραγματικό ζήτημα
2.Εκτίμηση των αποδείξεων και αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων
2.1.Οι κανόνες νοήσεως και εμπειρίας στην υπηρεσία της εκτιμήσεως των αποδείξεων
2.1.1.Η μέθοδος της έμμεσης αποδείξεως
2.1.1.1.Η συμβολή των διδαγμάτων της εμπειρίας στη θεμελίωση της αιτιότητας
2.1.1.2.H θεμελίωση της υπαιτιότητας με τη βοήθεια έμμεσων συλλογισμών. Η διπλή λειτουργία της επιμέλειας
2.2.Οι αιτιολογίες της δικαστικής αποφάσεως
2.2.1.Η θεμελίωση της φυσιοκρατικής αιτιότητας ως πραγματικού γεγονότος
2.2.2.Όρια αναιρετικού ελέγχου στις αιτιολογίες των δικαστικών αποφάσεων
2.2.2.1.Νομολογιακά παραδείγματα
2.3.Δημιουργία δικανικής πεποιθήσεως κατά το μέτρο του άρθρ. 340 ΚΠολΔ
2.3.1.Ευλογοφάνεια των πραγματικών ισχυρισμών στηριγμένη σε νόμους στατιστικών πιθανοτήτων. Επιπτώσεις στο μέτρο αποδείξεως
2.3.2.Ελευθερία εκτιμήσεως των αποδείξεων και ασφάλεια δικαίου
2.3.2.1.Το έγγραφο ως αντικειμενική βάση γνώσεως των πραγμάτων
2.3.2.2.Άτυπα αποδεικτικά μέσα στην υπηρεσία υλοποιήσεως επιεικών νομοθετικών ρυθμίσεων
2.3.3.Διεθνείς τάσεις για διεύρυνση της εξουσίας του δικαστή στην οριοθέτηση του δικαιώματος αποδείξεως. Αποδοχή τους από την εσωτερική έννομη τάξη
2.3.4.Προϋποθέσεις επιτυχούς ασκήσεως από τον δικαστή της διευρυμένης εξουσίας102
3.Η προστασία βασικών δικονομικών αρχών κατά τη διεξαγωγή των αποδείξεων
3.1.Η διαδικασία προσκομίσεως των αποδείξεων
3.1.1.Η υποχρέωση των διαδίκων για την παροχή πληροφοριών
3.1.2.Επείγοντα μέτρα σωστικά του αποδεικτικού υλικού
3.2.Αποδεικτικές συμφωνίες και εξουσία του δικαστή κατά τη διεξαγωγή των αποδείξεων
3.2.1.Οριοθέτηση της εξουσίας συνάψεως αποδεικτικών συμφωνιών με κριτήριο το αυστηρό και τυπικό δίκαιο αποδείξεως
3.2.2.Οριοθέτηση της εξουσίας συνάψεως αποδεικτικών συμφωνιών με κριτήριο την ακώλυτη άσκηση του δικαιοδοτικού έργου
3.2.3.Κυρώσεις για την αντισυμβατική συμπεριφορά των διαδίκων θεμελιωμένες στην αρχή της χρηστής διεξαγωγής της δίκης
4.Κατανομή του βάρους αποδείξεως
4.1.Εισαγωγή
4.2.Ουσιαστικά κριτήρια κατανομής του βάρους αποδείξεως. Η θεωρία της λειτουργίας του ουσιαστικού κανόνα δικαίου
4.2.1.Κριτική
4.2.2.Η λειτουργία των καταχρηστικών ενστάσεων στο ουσιαστικό δίκαιο ως κριτήριο κατανομής του βάρους αποδείξεως
4.3.Το δικονομικό κριτήριο του άρθρ. 338 § 1 ΚΠολΔ
4.3.1.Εφαρμογή του δικονομικού κριτηρίου για την απόδειξη των προϋποθέσεων της νομικής ενέργειας και του κύρους των δηλώσεων βουλήσεως
4.3.2.Εφαρμογή του δικονομικού κριτηρίου για την απόδειξη των προϋποθέσεων της καταρτίσεως της συμβάσεως
[...]

Add: 2014-01-01 00:00:00 - Upd: 2014-01-01 00:00:00